Τελείωσα το Λύκειο το ’91 με απολυτήριο 18,3. Στις πανελλήνιες είχα δηλώσει μόνο τις σχολές ψυχολογίας γιατί μόνο αυτό ήθελα να σπουδάσω. Δεν περίμενα ποτέ να αποτύχω μετά από τόσο σκληρή δουλειά κι έτσι δεν είχα σκεφτεί τι θα έκανα αν δεν περάσω. Ήμουν άριστη στα μαθηματικά 4ης δέσμης και είχα παπαγαλίσει τέλεια την Ιστορία και την Κοινωνιολογία κι ας ήταν αυτό κόντρα στο πως μου αρέσει να σκέφτομαι. Δηλαδή ελεύθερα και δημιουργικά. Τελικά δεν πέρασα στο πανεπιστήμιο. Έπαθα black out. Η παπαγαλία με πρόδωσε. Ή την πρόδωσα εγώ…
Οι γονείς μου ζύγισαν τις εναλλακτικές και αποφάσισαν να με στείλουν σε ιδιωτικό αμερικάνικο κολλέγιο. Ένα δυο υπήρχαν τότε, όχι η πληθώρα που ακούμε σήμερα. Έσκισα στο κολλέγιο. Λάτρευα τα αγγλικά και η ψυχολογία από προτίμηση μετατρεπόταν σε πάθος με κάθε νέο μάθημα που παρακολουθούσα. Τελείωσα με άριστα και υποτροφία στο τελευταίο έτος ξαλαφρώνοντας κάπως τους γονείς μου που, όντας υπάλληλοι, έκαναν υπεράνθρωπες προσπάθειες να χρηματοδοτήσουν αυτές τις σπουδές. Αποφοιτώντας από το κολλέγιο αντιλήφθηκα ότι για να δουλέψω ως ψυχολόγος χρειάζομαι άδεια η οποία δεν χορηγείται σε αποφοίτους κολεγίων. Έφυγα στο εξωτερικό. Οκτώ χρόνια έμεινα εκεί. Έκανα μεταπτυχιακό και διδακτορικό σε γνωστό πανεπιστήμιο της Αγγλίας. Εργάστηκα σε ερευνητικά προγράμματα. Έκανα δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά. Απέκτησα chartership, τον ανώτατο επιστημονικό τίτλο του Βρετανικού επιμελητηρίου ψυχολόγων, και το βιογραφικό μου ήταν ικανό να μου εξασφαλίσει θέση λέκτορα πριν καλά-καλά κλείσω τα 30.
Τότε ήταν που αποφάσισα να γυρίσω πίσω στην Ελλάδα. Βρήκα ένα σωρό αφορμές. Την σχέση με το φίλο μου, τον αγγλικό καιρό που με μελαγχολούσε, μέχρι και τον πατριωτισμό μου επικαλέστηκα για να δικαιολογήσω το ρίσκο που έπαιρνα με την καριέρα μου. Τώρα ξέρω ότι απλά με τραβούσαν πίσω οι ρίζες. Θέμα άδειας δεν υπήρχε πλέον. Είχα άδεια στην Αγγλία και μετέφερα τα επαγγελματικά μου δικαιώματα εδώ μέσω του Συμβούλιου Αναγνώρισης Επαγγελματικής Ισοτιμίας Τίτλων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Σ.Α.Ε.Ι.Τ.Τ.Ε.) Καθόλα νόμιμη λοιπόν. Συνέχισα να συνεργάζομαι με Έλληνες και ξένους συναδέλφους και να συμμετέχω σε έρευνες και δημοσιεύσεις. Σύντομα ανέλαβα να ‘στήσω’ το τμήμα Ψυχολογίας ενός από τα πολλά πλέον ιδιωτικά κολλέγια που φέρουν συμφωνία δικαιόχρησης με Βρετανικά Πανεπιστήμια. Αμφιλεγόμενος ο χώρος δουλειάς μου, το ξέρω. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία… Αφιέρωσα τα τελευταία 6 χρόνια στο να φτιάξω ένα τμήμα τουλάχιστον αξιοπρεπές και όσο το δυνατόν πιο κοντά στο πρότυπα με τα οποία είχα μορφωθεί και η ίδια. Να τηρήσω κατά γράμμα τις Βρετανικές προδιαγραφές. Να κερδίσω την εμπιστοσύνη των Άγγλων ομόλογών μου. Να εξασφαλίσω συνεργασία με συναδέλφους που έχουν το ίδιο μεράκι και πάθος με εμένα. Και κυρίως, να βρω μέσα μου τη λεπτή ισορροπία μεταξύ κερδοφορίας και ακαδημαϊκής ποιότητας. Δύσκολο αλλά νομίζω πως το κατάφερα.
Πρόσφατα κάποια από τα κολλέγια (μαζί και το δικό μου) αναγνωρίστηκαν ως φορείς εκπαίδευσης. Δημιουργήθηκαν θεσμοί και διαδικασίες. Ένας σωρός προϋποθέσεις για να δοθούν άδειες ίδρυσης και λειτουργίας. Μέσα σε αυτές είναι και το ότι οι διδάσκοντες πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι στο ειδικό Μητρώο Διδασκόντων. Και για να συμβεί αυτό χρειάζεται πτυχίο ελληνικού ΤΕΙ ή ΑΕΙ, ή ξένου επικυρωμένο από το ΔΟΑΤΑΠ. Εγώ ΔΟΑΤΑΠ δεν έχω. Έχω όμως την απόφαση του Σ.Α.Ε.Ι.Τ.Τ.Ε. η οποία αναγνωρίζει ρητά το δικαίωμά μου ‘να ασκώ το επάγγελμα του Ψυχολόγου (πανεπιστημιακού τομέα) φέροντας τον ακαδημαϊκό τίτλο που απέκτησα’. Στο γραφείο κολλεγίων του υπουργείου παιδείας μου είπαν ότι η απόφαση του Σ.Α.Ε.Ι.Τ.Τ.Ε. δεν είναι αποδεκτή και απέρριψαν την αίτησή μου. Μπορείτε, μου είπαν, να βλέπετε ασθενείς αλλά όχι να διδάσκετε. Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή από ότι περιγράφει το βιογραφικό μου για τα τελευταία 12 χρόνια. Και ποιος μπορεί να εγγραφεί στο μητρώο ως ικανός να διδάσκει στο τμήμα που εγώ έστησα από το μηδέν; Ένας 22χρονος απόφοιτος ελληνικού πανεπιστημίου χωρίς καν να έχει σχετική εμπειρία, μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο.
Να που επέστρεψα λοιπόν. Στη χώρα του παράλογου. Όπου για να σπουδάσεις πρέπει να παπαγαλίσεις. Και για να εκπληρώσεις τα όνειρά σου πρέπει να πληρώσεις. Και για να διαπρέψεις πρέπει να ξενιτευτείς. Κι αν παρόλα αυτά ακούσεις την καρδιά σου και γυρίσεις πίσω, πρέπει να ζήσεις μια αποκαρδιωτική πραγματικότητα: νόμοι να παρερμηνεύονται, φορείς του ίδιου υπουργείου να αλληλο-ακυρώνονται, το βιογραφικό σου να εξευτελίζεται, οι πόρτες που ανοίγεις μόνος σου και με το σπαθί σου να χτίζονται με τσιμέντο. Να φτάνεις να βρίσκεις παντού αδιέξοδα που αποδυναμώνουν κάθε σου κίνητρο για περαιτέρω προσπάθεια . «Μαθημένη αβοηθησία», λέγεται αυτό στην ψυχολογία. Από τον αγγλικό όρο «learned helplessness». Σε πιο ελεύθερη μετάφραση θα το λέγαμε μαθημένη απελπισία. Και η πρόγνωση; Ούτε καν φυγή. Απλώς απάθεια… Σας θυμίζει κάτι;
Διαβάστε επίσης:
Πανελλήνιες – Παιδί μου αύριο γράφω «μαζί σου», κι ας μην το ξέρεις
Όσα θέλω να ξέρεις πριν δώσεις πανελλήνιες εξετάσεις
Σχολικές εξετάσεις: «θα σ’ αγαπώ κι ας πάρεις μηδέν»